Απόφαση υπέρ του ΟΠΑΠ πήρε
το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης σύμφωνα με την οποία το
αποκλειστικό δικαίωμα για την εκμετάλλευση 35 000 ηλεκτρονικών
παιγνιομηχανημάτων και 13 τυχερών παιγνίων δεν συνιστά κρατική ενίσχυση.
Υπενθυμίζεται ότι το 2011, η
ελληνική κυβέρνηση κοινοποίησε στην Επιτροπή δύο μέτρα υπέρ του ΟΠΑΠ, τα οποία
είναι:
-Η χορήγηση, για περίοδο δέκα ετών λήγουσα το 2022, αποκλειστικής άδειας για την εκμετάλλευση 35.000 ηλεκτρονικών παιγνιομηχανημάτων έναντι τέλους 560 εκατομμυρίων ευρώ («συμφωνία περί ηλεκτρονικών παιγνιομηχανημάτων»)·
-Η δεκαετής παράταση ισχύος (από το 2020 έως το 2030) των αποκλειστικών δικαιωμάτων για την εκμετάλλευση δεκατριών τυχερών παιγνίων με οποιοδήποτε μέσο, κατόπιν «προσθήκης» στη συναφθείσα το 2000 σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του ΟΠΑΠ, έναντι κατ’ αποκοπήν ποσού 375 εκατομμυρίων ευρώ και τέλους 5 % επί των μελλοντικών ακαθαρίστων εσόδων.
Τον Απρίλιο του 2012, πολλοί φορείς εκμεταλλεύσεως καζίνων στην Ελλάδα κατέθεσαν καταγγελία ενώπιον της Επιτροπής, επειδή η συμφωνία περί ηλεκτρονικών παιγνιομηχανημάτων συνεπαγόταν τη χορήγηση στον ΟΠΑΠ κρατικής ενισχύσεως ασύμβατης με την εσωτερική αγορά. Υποστήριζαν ότι το Ελληνικό Δημόσιο θα μπορούσε να εισπράξει ποσό μεγαλύτερο των 560 εκατομμυρίων ευρώ αν είχε χορηγήσει πλέον της μίας άδειας για την εκμετάλλευση των ηλεκτρονικών παιγνιομηχανημάτων και είχε οργανώσει διεθνή δημόσιο διαγωνισμό για την ανάθεσή της.
Στις 3 Οκτωβρίου 2012 η Επιτροπή απέκλεισε την ύπαρξη πλεονεκτήματος εφόσον το Ελληνικό Δημόσιο είχε εγγυηθεί στον ΟΠΑΠ μόνον την ελάχιστη απόδοση που είναι αναγκαία σε μεσαία επιχείρηση για την κάλυψη του κόστους λειτουργίας και χρηματοδότηση και αποφάνθηκε ότι οι συμφωνίες αυτές δεν χορηγούν πλεονέκτημα στον ΟΠΑΠ.
Οι φορείς εκμεταλλεύσεως καζίνων άσκησαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσφυγή κατά της αποφάσεως της Επιτροπής.
Με την απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει, κατ’ αρχάς, ότι η Επιτροπή είναι αρμόδια να εκδώσει, μετά το προκαταρκτικό στάδιο της έρευνας, απόφαση με την οποία, ενώ διαπιστώνει τη μη ύπαρξη κρατικής ενισχύσεως, επισημαίνει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει το κράτος μέλος. Η Επιτροπή μπορεί επίσης να αρχίσει διάλογο με το κράτος και να προσαρμόσει τη θέση της σε σχέση με τα επιτευχθέντα αποτελέσματα, χωρίς η προσαρμογή αυτή να τεκμηριώνει την ύπαρξη σοβαρών δυσχερειών.
Εν κατακλείδι το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει την προσφυγή στο σύνολό της και επιβεβαιώνει την απόφαση της Επιτροπής.
-Η χορήγηση, για περίοδο δέκα ετών λήγουσα το 2022, αποκλειστικής άδειας για την εκμετάλλευση 35.000 ηλεκτρονικών παιγνιομηχανημάτων έναντι τέλους 560 εκατομμυρίων ευρώ («συμφωνία περί ηλεκτρονικών παιγνιομηχανημάτων»)·
-Η δεκαετής παράταση ισχύος (από το 2020 έως το 2030) των αποκλειστικών δικαιωμάτων για την εκμετάλλευση δεκατριών τυχερών παιγνίων με οποιοδήποτε μέσο, κατόπιν «προσθήκης» στη συναφθείσα το 2000 σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του ΟΠΑΠ, έναντι κατ’ αποκοπήν ποσού 375 εκατομμυρίων ευρώ και τέλους 5 % επί των μελλοντικών ακαθαρίστων εσόδων.
Τον Απρίλιο του 2012, πολλοί φορείς εκμεταλλεύσεως καζίνων στην Ελλάδα κατέθεσαν καταγγελία ενώπιον της Επιτροπής, επειδή η συμφωνία περί ηλεκτρονικών παιγνιομηχανημάτων συνεπαγόταν τη χορήγηση στον ΟΠΑΠ κρατικής ενισχύσεως ασύμβατης με την εσωτερική αγορά. Υποστήριζαν ότι το Ελληνικό Δημόσιο θα μπορούσε να εισπράξει ποσό μεγαλύτερο των 560 εκατομμυρίων ευρώ αν είχε χορηγήσει πλέον της μίας άδειας για την εκμετάλλευση των ηλεκτρονικών παιγνιομηχανημάτων και είχε οργανώσει διεθνή δημόσιο διαγωνισμό για την ανάθεσή της.
Στις 3 Οκτωβρίου 2012 η Επιτροπή απέκλεισε την ύπαρξη πλεονεκτήματος εφόσον το Ελληνικό Δημόσιο είχε εγγυηθεί στον ΟΠΑΠ μόνον την ελάχιστη απόδοση που είναι αναγκαία σε μεσαία επιχείρηση για την κάλυψη του κόστους λειτουργίας και χρηματοδότηση και αποφάνθηκε ότι οι συμφωνίες αυτές δεν χορηγούν πλεονέκτημα στον ΟΠΑΠ.
Οι φορείς εκμεταλλεύσεως καζίνων άσκησαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσφυγή κατά της αποφάσεως της Επιτροπής.
Με την απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει, κατ’ αρχάς, ότι η Επιτροπή είναι αρμόδια να εκδώσει, μετά το προκαταρκτικό στάδιο της έρευνας, απόφαση με την οποία, ενώ διαπιστώνει τη μη ύπαρξη κρατικής ενισχύσεως, επισημαίνει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει το κράτος μέλος. Η Επιτροπή μπορεί επίσης να αρχίσει διάλογο με το κράτος και να προσαρμόσει τη θέση της σε σχέση με τα επιτευχθέντα αποτελέσματα, χωρίς η προσαρμογή αυτή να τεκμηριώνει την ύπαρξη σοβαρών δυσχερειών.
Εν κατακλείδι το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει την προσφυγή στο σύνολό της και επιβεβαιώνει την απόφαση της Επιτροπής.
Πηγή: newsit.gr
Δημοσίευση σχολίου